σκοτεινοχαρής

σκοτεινοχαρής
-ές, Α
αυτός που χαίρεται, που ευχαριστιέται να βρίσκεται στο σκοτάδι ή στη μυστικότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκοτεινός + -χαρής < *χάρος (τό) < χαίρω), πρβλ. μικρο-χαρής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”